Θεωρεισαι ωριμος, κατασταλαγμενος, σοβαρος, υπευθυνος των πραξεων σου. Εχεις το υποβαθρο, τη μορφωση και ολα τα εφοδια για να πατας γερα στα ποδια σου. Αυτη την ταμπελα εχεις κρεμασει στο γιακα σου, αυτη τη στολη φορας καθημερινα, σαν να πηγαινεις στη δουλεια σου. Μια καθαρη, αρωματισμενη και ατσαλακωτη στολη. Ομως ακομα κι εσυ, ο ατσαλακωτος, που ολα θες να τα ελεγχεις και εχεις την ψευδαισθηση οτι το κανεις, συνεχιζεις να κουβαλας ακομα το μικρο παιδι, που ησουν καποτε.
Αυτο το μικρο παιδι. Αυτο που θελει να τραβαει την προσοχη, που οι αλλοι πρεπει να φροντιζουν να το συγχωρουν, να του δινουν επιβεβαιωση, γιατι την χρειαζεται. Γιατι δεν μεγαλωσε ποτε και συνεχιζει να παιζει κρυφτο μεσα σου. Ενα παιδι εγκλωβισμενο σε σωμα μεγαλου ανθρωπου. Που κανει αταξιες και αποποιειται των ευθυνων. Που φοβαται και κλαιει στην αγκαλια της μητερας του. Που χρειαζεται αυτην την υπευθυνη αγκαλια να φωλιασει, γιατι ειναι η μονη αγκαλια που το ηρεμει πραγματικα. Ενα θορυβωδες μικρο παιδι, με ξεσπασματα. Ενα παιδι, που ενω επρεπε να εχεις αγαπησει και αφησει πισω σου οταν επρεπε, δεν το εκανες. Κουβαλας ερημην σου ενα παιδι που σε πληγωνει, για να σε ταρακουνησει και να το λυτρωσεις, αφηνοντας το στο παρελθον. Εσυ ομως δεν το αφηνεις. Κι αυτο εχει βρει το παιχνιδι που του εχεις διπλα του να παιζει. Εναν κουβα με κοκκινη μπογια.
Βουταει τα χερια του μεσα στον κουβα του και ζωγραφιζει. Ζωγραφιζει μεσα σου τα παντα με ενα εντονο, βαθυ κοκκινο. Το κοκκινο που βλεπεις στους χειροτερους εφιαλτες σου. Αυτο το κοκκινο που χανεσαι μεσα του και σε πνιγει. Το κοκκινο που σε πληγωνει, που σε θλιβει, που σε θυμωνει, το κοκκινο που σε εξοργιζει. Αυτο που σε τρελαινει, που σε καταθλιβει, που σε κανει να χαιρεσαι σχεδον παρανοϊκα και μετα παλι σε αφηνει νεκρο απο συναισθηματα. Ολα βαφονται απο αυτο το κοκκινο, που για λιγο σε τραβαει, σε μαγνητιζει, σε σερνει σχεδον διπλα του, χωρις να σκεφτεσαι τιποτα και μετα σε ριχνει με φορα στο κενο. Και το παιδι μεσα σου συνεχιζει να χρωματιζει ολη σου τη ζωη, την ψυχη σου, τα συναισθηματα σου, την οργη σου, τη λυπη σου κι εσυ στεκεσαι και το κοιτας, χωρις να κανεις τιποτα. Γιατι...παιδι ειναι.
Ειναι ενα παιδι, που με οσα κανει, σου ζηταει σχεδον απελπισμενα, να του παρεις απο τα χερια τον κουβα με την κοκκινη μπογια, που δεν τελειωνει ποτε, να το παρεις απ το χερι και να το οδηγησεις στο παρελθον, εκει που ανηκει. Τοτε, θα μπορεσεις να συνεχισεις τη ζωη σου, βαφοντας τα παντα γυρω σου και μεσα σου ο,τι χρωμα θες, χωρις τη δικαιολογια που φωλιαζε μεσα σου μεχρι τωρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου