(Το παρακατω απευθυνεται σε καπνιστες αποκλειστικα. Οι υπολοιποι, μπορειτε απλως να το αφησετε στην ακρη. Ευχαριστω).
Οι καπνιστες θα καταλαβουν ακριβως για τι πραγμα θα μιλησω. Μια απο τις αγαπημενες κομπλες του κομπλα-καπνιστη εχει να κανει με το τσιγαρο. Ειναι το "εργαλειο" που μεσω αυτου το παιζεις πιο κουλ και αραχτος και δεν τρεχει καστανο ρε παιδι μου. Εισαι οξω λοιπον και προκειται να καπνισεις για να τους πλημμυρισεις ολους με την ανετιλα σου και γιατι καπως πρεπει να απασχολεις τα χερια σου, ομως...
Βουτας τσιγαρο απο την γεματη πακετουμπα σου, το πιανεις με στυλ, ψιχαλιζεις ματια, σμιγεις φρυδια, το τοποθετεις στα χειλη σου με εναν αξεπεραστο τροπο και μολις το αναβεις, φωτιζεις ολον τον χωρο με την φλεγομενη βατο που μολις δημιουργησες. Αναποδα το κρατανε το τσιγαρο ρε αμπαλή! Δεν αναβεις το φιλτρο, τον καπνο αναβεις. Εχεις εισπνευσει 10κιλα καρκινο και ολοι γυρω σου τρεχουν να σωθουν απο το πυροτεχνημα που κρατας ακομα στο στομα σου. Νταξ! Ρεζιλευτηκες. Τωρα μπορεις να το πεταξεις και να κανεις καινουργια αποπειρα.
Βουτας τσιγαρο, γιατι το παντελονι σου δεν εχει τσεπες και τα κουλαδια σου κρεμονται σαν σαπια τσαμπια. Βρισκεσαι σε μεγαλη αμηχανια και πρεπει να καπνισεις για να δειξεις οτι απολαμβανεις την υπαρξη σου στον χωρο. Εισαι ουμπερ κομπλαρισμενος και το τσιγαρο στο χερι σου μπορει να λειτουργησει και ως σεισμογραφος. Τρεμεις σαν το ψαρι, αλλα καπνιζεις. Με το ζορι σημαδευεις στομα, με το ζορι πετυχαινεις τασακι, με το ζορι κρατιεται το ευλογημενο στα κρινοδαχτυλα σου. Οι γυρω σου σε εχουν παρει πρεφα και μετρανε λεπτα που θα σου πεσει και θα τους καψεις τα δαχτυλα στα ποδαρια.
Θες να καπνισεις, αλλα δεν σου καθεται. Πιανεις πακετο και χωρις να το κοιτας το "ξεσκονιζεις" με το δαχτυλο προσπαθωντας να ψαρεψεις κανα τσιγαρο. Το πακετο σου φυσικα ειναι αδειο και το καταλαβαινεις αφου το χεις αλφαδιασει απο γωνια σε γωνια 5-6 φορες. Νιωθεις μεγαλος καραγκιοζης, αλλα δεν το δειχνεις χαλαρουιτα μου και βγαζεις στην επιφανεια το σωστο πακετο. Πιανεις το πολυποθητο τσιγαρο αλλα δεν σε θελει ο αναπτηρας. Πνεει τα λοισθια, αλλα εσυ εκει, το παλευεις. Προσπαθεις να συγχρονισεις τα ασυγχρονιστα -ρουφηξια με σπιθα? Μα καλα ποιος εισαι ο Χουντινι?
Θα γινω κουραστικη που το θα το ξαναπω, αλλα ναι, εισαι στο να αναψεις τσιγαρο παλι. Αναπτηρα δεν εχεις, αλλα προθυμοποιειται ενας καημενος να σε αναψει. Πλησιαζεις κοντα στον αναπτηρα το τσιγαρο σου και με καποιον μαγικο τροπο τα ρουθουνια σου δεν το γουσταρουν ολο αυτο που παει να γινει και φυσανε πανω στον φοκο. Και σβηνουν τον αναπτηρα επανειλημμενως. Δεν σβηνεις τουρτα γελοιε, τσιγαρο αναβεις. Η κομπλα σου εχει ντραπει για παρτη σου και σε εχει αφησει κι εχει φυγει. Ο χριστιανος ειναι ετοιμος να σου βουλωσει τα ρουθουνια μπας και τα καταφερεις. Εσυ γελας -και καλα, πολυ αστειο σκηνικο, κοιτα να δεις- και ζητας τον αναπτηρα να κανεις μονος τα κουμαντα σου.
Τελος, θα αναφερω το πιο κουλο ολων, που σπανια συμβαινει, σχεδον ποτε μη σου πω, εκτος κι αν εισαι ο μεγαλυτερος γκαντεμοκομπλας. Παλι τελοσπαντων, εχεις βρεθει με καποιον τροπο χωρις αναπτηρι. Ερχεται λοιπον ο διπλανος -καλος μαλακας- και σου κανει τα χερια του φωλια, δηθεν κραταω αναπτηρα, βουτα να παρεις το "αγιο" φως, ενω δεν κραταει απολυτως τιποτα(?!). Πας κι εσυ γελαστος να αναψεις τσιγαρουμπα, ρουφας, ρουφας και τιποτα. Σκεφτεσαι για μερικα νανοσεκοντς γουατ δε χελ ιζ γκοιν ον χιερ?! Μεχρι που κατουρημενος στα γελια σου λεει ο μαλακας "χα.χα. περιμενε να σου φερω οντως να αναψεις". Εσυ εκεινη τη στιγμη θες να του πεις "εισαι και πολυ μεγαλος μπετοβλακας φιλε μου", αλλα η κομπλα σε οδηγει σε γελια μεχρι δακρυων για το "αστειακι" που μολις σου εκανε. Για ακομα μια φορα υπερβολικος και παντελως ηλιθιος ο φιλος κομπλας.
Παμε να κανουμε μαζι ενα τσιγαρο τωρα, και τα ξαναλεμε...
Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2011
Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011
Ετσι, γιατι μου τη βαρεσε.
Ξερεις τι ψυχακιας εισαι. Θελεις να εχεις τον ελεγχο των παντων. Κυριως, τον ελεγχο του εαυτου σου. Δεν μπορεις να χανεσαι. Δεν γινεται να χανεσαι. Ομως μια μερα ξυπνας και εχει ξηλωθει μια κλωστη σου. Μια κλωστη που κρεμεται και σε ακολουθει, σου χαλαει την τελειοτητα που με προσοχη διατηρεις.
Εχεις τρελαθει, ολη την ωρα γυρνας και την κοιτας με απογνωση. Πως σου συνεβη εσενα κατι τετοιο? Σου εχει γινει εμμονη. Εχει θολωσει το μυαλο σου και δεν σκεφτεσαι τιποτα αλλο, μονο την ξηλωμενη κλωστη σου. Πεφτεις κατω και σκοτωνεσαι, τρως τα μουτρα σου γιατι δεν μπορεις να σταματησεις να την κοιτας και να ασχολεισαι μαζι της.
Ξαφνικα, σου ερχεται μια ιδεα. Μα καλα πως και δεν το σκεφτηκες τοση ωρα? Θα την κοψεις. Μια κι εξω. Αυτη ειναι η λυση. Την τυλιγεις στα χερια σου και την τραβας. Δεν σπαει. Τωρα απλως καταφερες να κοψεις και τα χερια σου. Εκτος απο την κλωστη που σερνεις, τωρα εχεις να πονας κι απο πανω εξ αιτιας της. Τι εμελλε να σου συμβει στα καλα καθουμενα?
Οι μερες περνανε και η κλωστη σου ανεμιζει πισω σου. Εχεις αρχισει και την αγαπας, εκει που σε εκανε να νιωθεις αβολα, περιεργα. Συνειδητοποιεις, οτι δεν χρειαζεται να τα εχεις ολα πανω σου και γυρω σου στην εντελεια. Δεν μπορεις να τα ελεγχεις ολα. Δεν χρειαζεται να τα ελεγχεις ολα.
Αυτος που σου ξηλωσε την κλωστη μπορει να το κανε επιτηδες, μπορει και κατα λαθος, οπως περασε απο διπλα σου. Ομως σου ανοιξε ενα νεο πεδιο. Σου ξεκλειδωσε πορτες που δεν ειχες σκεφτει να ανοιξεις, δεν ειχες σκεφτει να φωτισεις. Εμαθες να αφηνεσαι και να μην φοβασαι γι αυτο.
Κρατα την κλωστη σου οπως ειναι, μην την κοψεις, μην τη ραψεις. Αστην να σε ακολουθει χωρις να σκεφτεσαι πως και γιατι.
Εχεις τρελαθει, ολη την ωρα γυρνας και την κοιτας με απογνωση. Πως σου συνεβη εσενα κατι τετοιο? Σου εχει γινει εμμονη. Εχει θολωσει το μυαλο σου και δεν σκεφτεσαι τιποτα αλλο, μονο την ξηλωμενη κλωστη σου. Πεφτεις κατω και σκοτωνεσαι, τρως τα μουτρα σου γιατι δεν μπορεις να σταματησεις να την κοιτας και να ασχολεισαι μαζι της.
Ξαφνικα, σου ερχεται μια ιδεα. Μα καλα πως και δεν το σκεφτηκες τοση ωρα? Θα την κοψεις. Μια κι εξω. Αυτη ειναι η λυση. Την τυλιγεις στα χερια σου και την τραβας. Δεν σπαει. Τωρα απλως καταφερες να κοψεις και τα χερια σου. Εκτος απο την κλωστη που σερνεις, τωρα εχεις να πονας κι απο πανω εξ αιτιας της. Τι εμελλε να σου συμβει στα καλα καθουμενα?
Οι μερες περνανε και η κλωστη σου ανεμιζει πισω σου. Εχεις αρχισει και την αγαπας, εκει που σε εκανε να νιωθεις αβολα, περιεργα. Συνειδητοποιεις, οτι δεν χρειαζεται να τα εχεις ολα πανω σου και γυρω σου στην εντελεια. Δεν μπορεις να τα ελεγχεις ολα. Δεν χρειαζεται να τα ελεγχεις ολα.
Αυτος που σου ξηλωσε την κλωστη μπορει να το κανε επιτηδες, μπορει και κατα λαθος, οπως περασε απο διπλα σου. Ομως σου ανοιξε ενα νεο πεδιο. Σου ξεκλειδωσε πορτες που δεν ειχες σκεφτει να ανοιξεις, δεν ειχες σκεφτει να φωτισεις. Εμαθες να αφηνεσαι και να μην φοβασαι γι αυτο.
Κρατα την κλωστη σου οπως ειναι, μην την κοψεις, μην τη ραψεις. Αστην να σε ακολουθει χωρις να σκεφτεσαι πως και γιατι.
Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2011
Τα σοδομα και γομορα του δασους
Ειναι μια ηλιολουστη μερα στο δασος. Τα πουλια τιτιβιζουν, οι μελισσες ζουζουνιζουν, τα φυλλα θροϊζουν, ολα ... ζουν και το τοπιο δενει με το πρασινο των δεντρων, που σημερα φαινεται ακομα πιο πρασινο, ακομα πιο ζωντανο. Απο ψηλα, τραβαει την προσοχη μια καφε, πιτσιλωτη περιοχη, ενα κοπαδι ελαφιων. Ζουμαρω για να τα δω καλυτερα.
Ολα απο μακρια κυλουν υπεροχα, με εναν αργο, ηρεμο ρυθμο. Πλησιαζοντας κοντα ομως, η εικονα καπως αλλαζει.
Εχει σηκωθει ο ταράνδουλας, ετσι επιβλητικος και μεγαλοσωμος οπως ειναι, τεντωνεται και οι μυες του, που κανουν κρακρακ, ακουγονται σε ολο το δασος. Αφηνει στο σπιτι τα γυναικοπαιδα και τραβαει για να βρει τους υπολοιπους.
Οι ελαφινες λιποθυμανε στο περασμα του, απο την βαρβατιλα που αναδυει. Εκεινος και καλα γκομενος, δεν δινει σημασια και περπαταει αγερωχα. Φτανει λοιπον στο κοπαδι και στηνεται διπλα στα κολληταρια του. Τα (βρωμο)θηλυκα τον εχουν παρει στο κατοπι και του παιζουν βλεφαριδες με νοημα, κανουν και καλα αυτα τα χαριτωμενα βηματακια γυρω του κι αυτος κορδωνεται περισσοτερο. Τα γυναικοπαιδα σπιτι, ησυχος αυτος οτι τα φιλαρακια του δεν θα πουν λεξη, αντρας οντας, αποφασιζει να ενδωσει στο φλερτ. Πιανει μια ελαφινα λοιπον και παει να της δειξει ποσο ζωο ειναι στο κρεβατι! Ολοι τον κοιτουν με δεος και τον θαυμαζουν για το ποσο αντρας ειναι.
Αφου ξεπεταξε την ελαφινα, πεφτει στην λιμνη να ξεπλυνει την αμαρτια του και την γυναικεια μυρωδια που εχει καρφωθει στη γουνα του, στεγνωνει και παιρνει τον γυρισμο για το σπιτι. Στο δρομο σκεφτεται ποσο αντρας φανηκε για ακομα μια φορα και φτυνει τον εαυτο του μην τον ματιασει. Ο ανδρισμος του χτυπαει κοκκινο και σκεφτεται ποσο πιο πολυ αγαπαει τη γυναικα του τωρα (?!). Κοβει με τα τσαουλια του και ενα ματσο κοκκινα λουλουδια να της παει, γιατι ειναι η βασιλισσα του!
Μπαινει σπιτι λοιπον, ολο χαρα και την βλεπει σαστισμενη. Ανησυχει μηπως και εμαθε τις πομπες του, αλλα σιγα. Ποτε προλαβε? Της δινει τα λελουδα και της τραβαει και μια γλυψια στο μαγουλο. Αυτη του γελαει παγωμενα, τον ευχαριστει και φευγει πιο περα.
Τα χει χαμενα ο ταρανδος. Τον ζωνουν φιδια και δεν μπορει να εξηγησει την συμπεριφορα της. Το παιζει κουλατος και δηθεν και περιμενει να κοψει κινηση. Πριν προλαβει ομως να κοψει κινηση ο βαρβατος αρσενικος μας, η ελαφινα μας εχει ηδη κοψει λασπη και εχει γινει μπουχος.
Παει ο ανοητος να δει αν το φαϊ ειναι ετοιμο και αντι για φαϊ, βρισκει σημειωμα. Του κοβονται και τα τεσσερα ποδια οταν το βλεπει. Και δικιο ειχε. Μεγαλο κακο τον ηβρε. Η ελαφινα τού γραφει οτι τον αφηνει συξυλο γιατι ερωτευτηκε. Καιρο τωρα, διατηρει δεσμο με εναν αλλο και φευγει για να ζησει τον ερωτα της. Του παιρνει και τα παιδια και τον χαιρεταει με ενα "συγγνωμη".
Ο αρχηγος του δασους, ο μαμιας της γειτονιας, ειναι πλεον χαμενος. Η καρδια του σφιγγεται και μετανιωνει που δεν ειχε αφιερωθει ολοκληρωτικα στην ελαφινα του, οσο την ειχε κοντα του. Συνειδητοποιει οτι ολα τα τσιλιμπουρδισματα του ηταν απλως μια επιβεβαιωση και τιποτα παραπανω.
Τον αφηνω στην ησυχια του τωρα, να κλαψει και να θρηνησει την μεγαλη του απωλεια, ξεζουμαρω και ερχομαι να σου πω το εξης.
Ποιος εχει τα κερατα? Ο ταρανδος. Η ελαφινα στο κεφαλι της εχει μονο αυτια και ομορφες πιτσιλες...
Ολα απο μακρια κυλουν υπεροχα, με εναν αργο, ηρεμο ρυθμο. Πλησιαζοντας κοντα ομως, η εικονα καπως αλλαζει.
Εχει σηκωθει ο ταράνδουλας, ετσι επιβλητικος και μεγαλοσωμος οπως ειναι, τεντωνεται και οι μυες του, που κανουν κρακρακ, ακουγονται σε ολο το δασος. Αφηνει στο σπιτι τα γυναικοπαιδα και τραβαει για να βρει τους υπολοιπους.
Οι ελαφινες λιποθυμανε στο περασμα του, απο την βαρβατιλα που αναδυει. Εκεινος και καλα γκομενος, δεν δινει σημασια και περπαταει αγερωχα. Φτανει λοιπον στο κοπαδι και στηνεται διπλα στα κολληταρια του. Τα (βρωμο)θηλυκα τον εχουν παρει στο κατοπι και του παιζουν βλεφαριδες με νοημα, κανουν και καλα αυτα τα χαριτωμενα βηματακια γυρω του κι αυτος κορδωνεται περισσοτερο. Τα γυναικοπαιδα σπιτι, ησυχος αυτος οτι τα φιλαρακια του δεν θα πουν λεξη, αντρας οντας, αποφασιζει να ενδωσει στο φλερτ. Πιανει μια ελαφινα λοιπον και παει να της δειξει ποσο ζωο ειναι στο κρεβατι! Ολοι τον κοιτουν με δεος και τον θαυμαζουν για το ποσο αντρας ειναι.
Αφου ξεπεταξε την ελαφινα, πεφτει στην λιμνη να ξεπλυνει την αμαρτια του και την γυναικεια μυρωδια που εχει καρφωθει στη γουνα του, στεγνωνει και παιρνει τον γυρισμο για το σπιτι. Στο δρομο σκεφτεται ποσο αντρας φανηκε για ακομα μια φορα και φτυνει τον εαυτο του μην τον ματιασει. Ο ανδρισμος του χτυπαει κοκκινο και σκεφτεται ποσο πιο πολυ αγαπαει τη γυναικα του τωρα (?!). Κοβει με τα τσαουλια του και ενα ματσο κοκκινα λουλουδια να της παει, γιατι ειναι η βασιλισσα του!
Μπαινει σπιτι λοιπον, ολο χαρα και την βλεπει σαστισμενη. Ανησυχει μηπως και εμαθε τις πομπες του, αλλα σιγα. Ποτε προλαβε? Της δινει τα λελουδα και της τραβαει και μια γλυψια στο μαγουλο. Αυτη του γελαει παγωμενα, τον ευχαριστει και φευγει πιο περα.
Τα χει χαμενα ο ταρανδος. Τον ζωνουν φιδια και δεν μπορει να εξηγησει την συμπεριφορα της. Το παιζει κουλατος και δηθεν και περιμενει να κοψει κινηση. Πριν προλαβει ομως να κοψει κινηση ο βαρβατος αρσενικος μας, η ελαφινα μας εχει ηδη κοψει λασπη και εχει γινει μπουχος.
Παει ο ανοητος να δει αν το φαϊ ειναι ετοιμο και αντι για φαϊ, βρισκει σημειωμα. Του κοβονται και τα τεσσερα ποδια οταν το βλεπει. Και δικιο ειχε. Μεγαλο κακο τον ηβρε. Η ελαφινα τού γραφει οτι τον αφηνει συξυλο γιατι ερωτευτηκε. Καιρο τωρα, διατηρει δεσμο με εναν αλλο και φευγει για να ζησει τον ερωτα της. Του παιρνει και τα παιδια και τον χαιρεταει με ενα "συγγνωμη".
Ο αρχηγος του δασους, ο μαμιας της γειτονιας, ειναι πλεον χαμενος. Η καρδια του σφιγγεται και μετανιωνει που δεν ειχε αφιερωθει ολοκληρωτικα στην ελαφινα του, οσο την ειχε κοντα του. Συνειδητοποιει οτι ολα τα τσιλιμπουρδισματα του ηταν απλως μια επιβεβαιωση και τιποτα παραπανω.
Τον αφηνω στην ησυχια του τωρα, να κλαψει και να θρηνησει την μεγαλη του απωλεια, ξεζουμαρω και ερχομαι να σου πω το εξης.
Ποιος εχει τα κερατα? Ο ταρανδος. Η ελαφινα στο κεφαλι της εχει μονο αυτια και ομορφες πιτσιλες...
Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011
Eat the book-eater
Απο μικρο, το αγχος μου, ο μεγαλος μου βραχνας, ηταν οι διακοπες του σχολειου. Χριστουγεννα, Πασχα, καλοκαιρι. Και οχι, δεν ημουν ανωμαλο. Φυσικα και χαιρομουν που δεν ειχα σχολειο, που ειχα ολο το χρονο να καρφωθω απ το πρωι στην τηλεοραση και να παρω σβαρνα ολα τα παιδικα μεχρι το μεσημερι. Να παω να παιξω και γενικα να το κωλοβαρεσω ανελεητα. Το προβλημα ηταν ενα. Το λογοτεχνικο βιβλιο που με εβαζαν απο το σχολειο να διαβασω και να κανω και εργασια πανω σ αυτο. Ελεος.
Το βιβλιο, ειναι ωραια συντροφια. Σε ταξιδευει. Μαθαινεις και ωραιες λεξεις. ΦΑΪΝ! Αλλα ασε με να το κανω ΑΜΑ το γουσταρω. Μη μου το βαζεις κλυσμα. Ετσι, σιχαινομαι και το βιβλιο και τον συγγραφεα και τον εκδοτη και ολους τους.
Δεν μου αρεσε να διαβαζω βιβλια. Τα λογοτεχνικα, μου την σπανε ασυληπτα. Ξεκινανε και λενε, λενε, λενε και ειναι ικανα μονο να με κοιμησουν στην 5η σελιδα. Δεν λεω, υπαρχουν αξιολογα βιβλια, αλλα δεν με νοιαζει. Ωραια βιβλια για μενα, ειναι αυτα που μαθαινεις κατι ή εστω σε διασκεδαζουν και ειναι χωρισμενα σε κεφαλαια που τελειωνουν συντομα κι ωραια. Με το να μου κρατας μια ιστορια για αγριους σε 200 σελιδες, εχασες. Εχω ξεχασει και τα ονοματα ολου του συφερτου, εχω ξεχασει και τι γινεται και γενικα το χω ξεχασει.
Οσο για αυτο που φωναζουν οι γονεις, και καλα διαβασε κανα βιβλιο να μαθεις να εκφραζεσαι ωραια, να μαθεις καινουργιες λεξεις, να παρει λιγη φορα η φαντασια σου, ειναι μια κοροϊδια, μια προπαγανδα και μια βλακεια. Δηλαδη τι? Αν βλεπεις σπλατεριες και παρακολουθεις βημα-βημα το πως οργανωνει ο παρανοϊκος τον φονο και πως τον εκτελει με μαεστρια, σε βοηθαει να γινεις κι εσυ μια απ τα ιδια? Μπουλσιτς!
Οποιος το γουσταρει να γραφει και να εκφραζεται μεσω αυτου καλυτερα απ το να μιλαει, δεν χρειαζεται κανενα λογοτεχνικο να του ανοιξει τα γκαβαδια. Εγω την εκδικηση μου την πηρα στην τριτη λυκειου που πατησα κατω στην εκθεση ολα τα μουλοπαιδα, τα σπασικλακια του διαβασματος, με διαφορα στηθους DD και πολυ το ευχαριστηθηκα. Για το γαμωτο, ολων αυτων που μου την ελεγαν και εβαζαν το βρωμερο ποδι τους στα λημερια μου.
Αφηστε στην ακρη ολα τα στερεοτυπα, κολλημενοι, στενομυαλοι μπουνταλαδες και αφηστε τον καθενα να κανει ο,τι γουσταρει. Με την πιεση κανεις δεν πηγε μπροστα και ουτε προκειται να παει. Και επειδη παρολα αυτα, δεν το βαζω κατω και συνεχιζω να ψαχνω το λογοτεχνικο που θα με συνε-παρει και θα με σηκωσει, δεν θα σε αφησω ετσι, θα στο πω και θα στο κανω και δωρο τυχερε!
Το βιβλιο, ειναι ωραια συντροφια. Σε ταξιδευει. Μαθαινεις και ωραιες λεξεις. ΦΑΪΝ! Αλλα ασε με να το κανω ΑΜΑ το γουσταρω. Μη μου το βαζεις κλυσμα. Ετσι, σιχαινομαι και το βιβλιο και τον συγγραφεα και τον εκδοτη και ολους τους.
Δεν μου αρεσε να διαβαζω βιβλια. Τα λογοτεχνικα, μου την σπανε ασυληπτα. Ξεκινανε και λενε, λενε, λενε και ειναι ικανα μονο να με κοιμησουν στην 5η σελιδα. Δεν λεω, υπαρχουν αξιολογα βιβλια, αλλα δεν με νοιαζει. Ωραια βιβλια για μενα, ειναι αυτα που μαθαινεις κατι ή εστω σε διασκεδαζουν και ειναι χωρισμενα σε κεφαλαια που τελειωνουν συντομα κι ωραια. Με το να μου κρατας μια ιστορια για αγριους σε 200 σελιδες, εχασες. Εχω ξεχασει και τα ονοματα ολου του συφερτου, εχω ξεχασει και τι γινεται και γενικα το χω ξεχασει.
Οσο για αυτο που φωναζουν οι γονεις, και καλα διαβασε κανα βιβλιο να μαθεις να εκφραζεσαι ωραια, να μαθεις καινουργιες λεξεις, να παρει λιγη φορα η φαντασια σου, ειναι μια κοροϊδια, μια προπαγανδα και μια βλακεια. Δηλαδη τι? Αν βλεπεις σπλατεριες και παρακολουθεις βημα-βημα το πως οργανωνει ο παρανοϊκος τον φονο και πως τον εκτελει με μαεστρια, σε βοηθαει να γινεις κι εσυ μια απ τα ιδια? Μπουλσιτς!
Οποιος το γουσταρει να γραφει και να εκφραζεται μεσω αυτου καλυτερα απ το να μιλαει, δεν χρειαζεται κανενα λογοτεχνικο να του ανοιξει τα γκαβαδια. Εγω την εκδικηση μου την πηρα στην τριτη λυκειου που πατησα κατω στην εκθεση ολα τα μουλοπαιδα, τα σπασικλακια του διαβασματος, με διαφορα στηθους DD και πολυ το ευχαριστηθηκα. Για το γαμωτο, ολων αυτων που μου την ελεγαν και εβαζαν το βρωμερο ποδι τους στα λημερια μου.
Αφηστε στην ακρη ολα τα στερεοτυπα, κολλημενοι, στενομυαλοι μπουνταλαδες και αφηστε τον καθενα να κανει ο,τι γουσταρει. Με την πιεση κανεις δεν πηγε μπροστα και ουτε προκειται να παει. Και επειδη παρολα αυτα, δεν το βαζω κατω και συνεχιζω να ψαχνω το λογοτεχνικο που θα με συνε-παρει και θα με σηκωσει, δεν θα σε αφησω ετσι, θα στο πω και θα στο κανω και δωρο τυχερε!
Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2011
Κομπλας ειναι και κομπλαρει
Εισαι ο κλασσικος κομπλας που λεμε. Κομπλαρεις ακομα κι οταν γυρισει να σε δει η σκια σου αιφνιδιαστικα. Οταν τραβας την κομπλα σου, θολωνεις και τα κανεις υπερ-συσκατα. Δες λοιπον, μερικες "αδιαχειριστες" καταστασεις που καλεισαι να διαχειριστεις και ποτε δεν το κανεις.
Εισαι στο κομμωτηριο και φτιαχνεις μαλλι. Σε πιανει στα χερια της η λουστρα. Σε ρωταει "ενταξει το νερο?" εσυ φυσικα ειτε σε ψηνει ειτε σε παγωνει μεχρι τον νωτιαιο μυελο λες "ναι ναι, μια χαρα". Αρχιζει και σου τριβει λοιπον την καουκα με μανια και μισος λες και νερο δεν ξερεις τι θα πει, σου βρεχει τα αυτια, τα ματια, το βρακι, σου πιεζει τον αυχενα στο λουτηρα σε σημειο που σταματας να σκεφτεσαι κι εσυ αντι να μιλησεις, βγαζεις τον πονο σε χαμογελο και προσευχεσαι στον Θεο να βγεις αλωβητος απο αυτη τη δοκιμασια.
Εισαι ακομα στο κομμωτηριο και σε αναλαμβανει μετα την λουστρα η ισιωστρα. Πιανει το πιστολακι, πιανει και τη βουρτσα και σου αλλαζει τα πετρελαια. Σου καιει οχι το κρανιο, αλλα την ιδια την ψυχη. Νομιζεις οτι το σαλιο σου εχει γινει ατμος απ τους 500 βαθμους που εχει φτασει το κεφαλι σου και το νιωθεις να πυρωνει. Σου δακρυζουν τα ματια, σου ξεριζωνεται η καρδια και παλι εσυ πασχιζεις να το παιξεις κουλ και χαλαρος να ουμε, κρατωντας αντισταση απ την βουρτσα που σε τραβαει σαν τον διαολο απο πισω. Φευγεις με εγκαυματα 3ου βαθμου και χαρτζηλικωνεις και την κομμωτρια που παλευατε αλα Ροκι Μπαλμποα.
Εισαι στα μαγαζια. Εχεις μπει να χαζεψεις, δεν ειναι καιροι για ψωνια. Σου ρχεται η πωλητρια.
- Να σας βοηθησω?
- Α οχι, ευχαριστω, απλως κοιταω.
Εμ αφου το λες, γιατι δεν το κανεις καμαρι μου? Ερχεται αυτη και καθεται σαν τον βρυκολακα στον σβερκο σου και σου πασαρει ρουχα που "σου πανε ΜΟΥΡΛΙΑ". Κι εσυ αντι να πεις "αϊ παενε απο δω μανδαμ, δεν αγοραζω λεμε", καθεσαι και την κοιτας σαν τον χανο, και ψελιζεις "εεε...να ξερετε...εεε" και στο τελος τα αγοραζεις. (σσ. Αποφυγε τους μεσιτες).
Εισαι οπουδηποτε και καθεσαι. Ερχεται ενας ψαρωματίας και σου λεει "σηκω να κατσω ειναι η θεση μου". Και συ σηκωνεσαι πριν τελειωσει την προταση. Λες και συγγνωμη που του την ζεστανες. Καλα βρε γελοιε! Τι σηκωνεσαι? Ελεγε πουθενα το ονομα του και δεν το πηρα πρεφα? Αν σου λεγε να του κανεις και λαπ ντανς μετα, θα το κανες?!
Εισαι οπουδηποτε και γνωριζεις καινουργια ατομα. Μιλαμε το χειροτερο σου. Ιδρωνεις του θανατα. Το και καλα σουπερ ευγενικο χαμογελο σου, σου δημιουργει κραμπα στα μαγουλα. Κομπλαρεις τοσο πολυ, που λες την μια μαλακια μετα την αλλη. Κανεις σαρδαμ, κεκεδιζεις, με το ζορι καταλαβαινεις εσυ ο ιδιος τι σκατα λες. Οι αλλοι σε κοιτανε περιεργα -δεν τους ειχε πει κανεις οτι εισαι ατομο με ειδικες αναγκες και τους ξαφνιασες- και συ καταρρακωνεσαι ακομα περισσοτερο. Σε πιανουν τικ, σε πιανουν τακ, και προσπαθεις να ενεργοποιησεις κατι παραπανω απο το 10% του εγκεφαλου σου και να καταφερεις να εξαϋλωθεις.
Εισαι στη δουλεια σου. Εχεις κανονισει την αδεια σου ωραιοτατα για την επομενη εβδομαδα. Ερχεται λοιπον το αφεντικο και σου λεει μα και μου και οτι σε χρειαζεται στην αδεια σου. Εσυ φυσικα, κολλας. Τι κανουνε τωρα? Λες παλι το δικο σου "εεε...να...εεε". Και κοιτας το αφεντικο σαν μαστουρωμενος που τον εχει πιασει κοψιμο. Καταφερνεις με τα πολλα, να του πεις οτι ο θειος σου ο εξωγηινος βαζει μπαλονακι και γι αυτο πρεπει να λειψεις και να σαι κοντα του να του συμπαρασταθεις. Οκ σου λεει το αφεντικο μαγκωμενο και εμφανως παρμενο. Εσυ ομως οντας ανακουφισμενος, την πετας την κομπλα σου. "Μπορω να ρθω μετα ομως, αν τελειωσω νωρις". Μπραβο μαλακα.
Εισαι στον δρομο. Περπατας στυλατα και ανεμελα. Βλεπεις την κυρια που σε λιγα δευτερολεπτα θα διασταυρωθειτε να "σου" γελαει και να "σε" χαιρεταει. Μεσα σ αυτα τα βρωμικα νανοσεκοντς συνειδητοποιεις οτι δεν την ξερεις, αλλα η κομπλα σου παλι παιρνει φορα και της γελαει εγκαρδια. Φυσικα δεν απευθυνοταν σε σενα αλλα στον απο πισω. Οποτε για να το μπαλωσεις, βηχεις, και συνεχιζεις να γελας και καλα ετσι, απο μονος σου. Ευτυχως και το καλυψες ετσι ωραια θεατρινε.
Βλεπεις λοιπον, με τα λιγα που σου ανεφερα -γιατι εχεις τη δυναμη να κανεις πολλα παραπανω- , οτι η κομπλα σου σε οδηγει σε βρωμικα μονοπατια. Κοιτα λοιπον να την πεταξεις απο πανω σου και να μην χρειαστει να σου τα ξαναπω. Κρυψου τωρα.
Εισαι στο κομμωτηριο και φτιαχνεις μαλλι. Σε πιανει στα χερια της η λουστρα. Σε ρωταει "ενταξει το νερο?" εσυ φυσικα ειτε σε ψηνει ειτε σε παγωνει μεχρι τον νωτιαιο μυελο λες "ναι ναι, μια χαρα". Αρχιζει και σου τριβει λοιπον την καουκα με μανια και μισος λες και νερο δεν ξερεις τι θα πει, σου βρεχει τα αυτια, τα ματια, το βρακι, σου πιεζει τον αυχενα στο λουτηρα σε σημειο που σταματας να σκεφτεσαι κι εσυ αντι να μιλησεις, βγαζεις τον πονο σε χαμογελο και προσευχεσαι στον Θεο να βγεις αλωβητος απο αυτη τη δοκιμασια.
Εισαι ακομα στο κομμωτηριο και σε αναλαμβανει μετα την λουστρα η ισιωστρα. Πιανει το πιστολακι, πιανει και τη βουρτσα και σου αλλαζει τα πετρελαια. Σου καιει οχι το κρανιο, αλλα την ιδια την ψυχη. Νομιζεις οτι το σαλιο σου εχει γινει ατμος απ τους 500 βαθμους που εχει φτασει το κεφαλι σου και το νιωθεις να πυρωνει. Σου δακρυζουν τα ματια, σου ξεριζωνεται η καρδια και παλι εσυ πασχιζεις να το παιξεις κουλ και χαλαρος να ουμε, κρατωντας αντισταση απ την βουρτσα που σε τραβαει σαν τον διαολο απο πισω. Φευγεις με εγκαυματα 3ου βαθμου και χαρτζηλικωνεις και την κομμωτρια που παλευατε αλα Ροκι Μπαλμποα.
Εισαι στα μαγαζια. Εχεις μπει να χαζεψεις, δεν ειναι καιροι για ψωνια. Σου ρχεται η πωλητρια.
- Να σας βοηθησω?
- Α οχι, ευχαριστω, απλως κοιταω.
Εμ αφου το λες, γιατι δεν το κανεις καμαρι μου? Ερχεται αυτη και καθεται σαν τον βρυκολακα στον σβερκο σου και σου πασαρει ρουχα που "σου πανε ΜΟΥΡΛΙΑ". Κι εσυ αντι να πεις "αϊ παενε απο δω μανδαμ, δεν αγοραζω λεμε", καθεσαι και την κοιτας σαν τον χανο, και ψελιζεις "εεε...να ξερετε...εεε" και στο τελος τα αγοραζεις. (σσ. Αποφυγε τους μεσιτες).
Εισαι οπουδηποτε και καθεσαι. Ερχεται ενας ψαρωματίας και σου λεει "σηκω να κατσω ειναι η θεση μου". Και συ σηκωνεσαι πριν τελειωσει την προταση. Λες και συγγνωμη που του την ζεστανες. Καλα βρε γελοιε! Τι σηκωνεσαι? Ελεγε πουθενα το ονομα του και δεν το πηρα πρεφα? Αν σου λεγε να του κανεις και λαπ ντανς μετα, θα το κανες?!
Εισαι οπουδηποτε και γνωριζεις καινουργια ατομα. Μιλαμε το χειροτερο σου. Ιδρωνεις του θανατα. Το και καλα σουπερ ευγενικο χαμογελο σου, σου δημιουργει κραμπα στα μαγουλα. Κομπλαρεις τοσο πολυ, που λες την μια μαλακια μετα την αλλη. Κανεις σαρδαμ, κεκεδιζεις, με το ζορι καταλαβαινεις εσυ ο ιδιος τι σκατα λες. Οι αλλοι σε κοιτανε περιεργα -δεν τους ειχε πει κανεις οτι εισαι ατομο με ειδικες αναγκες και τους ξαφνιασες- και συ καταρρακωνεσαι ακομα περισσοτερο. Σε πιανουν τικ, σε πιανουν τακ, και προσπαθεις να ενεργοποιησεις κατι παραπανω απο το 10% του εγκεφαλου σου και να καταφερεις να εξαϋλωθεις.
Εισαι στη δουλεια σου. Εχεις κανονισει την αδεια σου ωραιοτατα για την επομενη εβδομαδα. Ερχεται λοιπον το αφεντικο και σου λεει μα και μου και οτι σε χρειαζεται στην αδεια σου. Εσυ φυσικα, κολλας. Τι κανουνε τωρα? Λες παλι το δικο σου "εεε...να...εεε". Και κοιτας το αφεντικο σαν μαστουρωμενος που τον εχει πιασει κοψιμο. Καταφερνεις με τα πολλα, να του πεις οτι ο θειος σου ο εξωγηινος βαζει μπαλονακι και γι αυτο πρεπει να λειψεις και να σαι κοντα του να του συμπαρασταθεις. Οκ σου λεει το αφεντικο μαγκωμενο και εμφανως παρμενο. Εσυ ομως οντας ανακουφισμενος, την πετας την κομπλα σου. "Μπορω να ρθω μετα ομως, αν τελειωσω νωρις". Μπραβο μαλακα.
Εισαι στον δρομο. Περπατας στυλατα και ανεμελα. Βλεπεις την κυρια που σε λιγα δευτερολεπτα θα διασταυρωθειτε να "σου" γελαει και να "σε" χαιρεταει. Μεσα σ αυτα τα βρωμικα νανοσεκοντς συνειδητοποιεις οτι δεν την ξερεις, αλλα η κομπλα σου παλι παιρνει φορα και της γελαει εγκαρδια. Φυσικα δεν απευθυνοταν σε σενα αλλα στον απο πισω. Οποτε για να το μπαλωσεις, βηχεις, και συνεχιζεις να γελας και καλα ετσι, απο μονος σου. Ευτυχως και το καλυψες ετσι ωραια θεατρινε.
Βλεπεις λοιπον, με τα λιγα που σου ανεφερα -γιατι εχεις τη δυναμη να κανεις πολλα παραπανω- , οτι η κομπλα σου σε οδηγει σε βρωμικα μονοπατια. Κοιτα λοιπον να την πεταξεις απο πανω σου και να μην χρειαστει να σου τα ξαναπω. Κρυψου τωρα.
Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011
Το ντομινο της τρελας
Ειναι ενα ωραιο συννεφιασμενο απογευμα, που εισαι ελαφρως συναχωμενος και αποφασιζεις να ηρεμησεις και να χουχουλιασεις σπιτι σου. Πας με τη ρομπα και τις χνουδωτες σου παντοφλες -σερνοντας τες- να φτιαξεις το χαλαρωτικο σου -νοου στρες- τσαι και να το απολαυσεις διπλα στο τζακι, παρεα με το βιβλιο σου. Ο ηχος του νερου που βραζει και το τσακ τσακ του ξυλου που σιγοκαιει στο τζακι σε χαλαρωνουν περισσοτερο. Βαζεις το τσαι στην αγαπημενη σου κουπα, βουτας μια μεγαλη μαξιλαρα και στρογγυλοκαθεσαι μπροστα στη φωτια. Η ζεν ατμοσφαιρα που τοσο ωραια εφτιαξες με μερακι ομως, δεν κραταει για πολυ.
Πρωτος σκαει ο σκυλος σου. Ξυπνησε απο τα κλαπατσιμπαλα στην κουζινα και την εχει καταβρει για παιχνιδι. Σου ερχεται λοιπον τρεχοντας με το αγαπημενο του παιχνιδι στο στομα -αυτο που κανει το εκνευριστικο ζικι-ζικι- και το φτυνει μπροστα σου για φετς. Οχι τωρα, του λες σοβαρος. Το ξαναπιανει στο στομα του και το πιεζει μπας και καταλαβεις. Οχι λεμε, μετα. Του ξαναλες. Αρχιζει και γαυγιζει επιμονα. Το πετας το ρημαδοπαιχνιδο μεχρι το τελος του δωματιου, λες και θα κανει καμια ωρα να γυρισει πισω, αλλα παλι τα ιδια.
Με το γαυγισμα, ξυπναει κι αλλο μελος της φαμιλιας. Ορεξατη απ τον υπνο η μητερα, εχει ορεξη για κουβεντα. Φτιαχνω καφε κι ερχομαι να κατσουμε μαζι, σου λεει. Μπα μωρε, προτιμω να μεινω εδω στη μουγκα, λες. Παρε και τον σκυλο, σημειωνεις. Λαμβανει το μηνυμα και συνεχιζεις το βιβλιο σου.
Χτυπαει το τηλεφωνο σου. Μαλακια. Δεν σκεφτηκες να το κλεισεις. Το σηκωνεις βιαστικα, ανακοινωνεις τη διαθεση σου και το κλεινεις.
Χτυπαει του σπιτιου. Μεγαλυτερη μαλακια. Το σηκωνει παντα καποιος αλλος και πιανει την παρλα. Εχεις ηδη αρχισει να παθαινεις την φρικαρα σου.
Ξυπναει κι ο τριτος της οικογενειας. Σε ρωταει τι κανεις. Απαντας. Η μαμα ακομα στο τηλεφωνο. Ο σκυλος ξαναχαιρεται που ειναι κι αλλος στο ποδι, λες και τον βλεπει για πρωτη φορα κι αρχιζει τα κολπα ξανα-μανά.
Το κλουβι με τις τρελες, μπροστα στην αναμπουμπουλα που ζεις, ειναι το κλουβι με τις μουγκες περδικες.
Ανοιγουν τηλεορασεις, ραδιοφωνα, ιντερνετικα ραδιοφωνα που παιζουν τον ιδιο σταθμο με το αλλο, αλλα με διαφορα φασης. Ακους τον Παριο απ΄τον ριαλ εφεμ στερεοφωνικα. (Δεν μπορω να ακουσω αλλο Παριο, αν με ακουτε απ΄ τον σταθμο, ΒΓΑΛΤΕ τον επιτελους!) Τρελα. Ολοι μιλανε και γαυγιζουν. Θες να βαλεις το κεφαλι μες στο τζακι να γινει θρακα. Το τσαι σου εχει παγωσει και η πιεση σου εχει παρει φωτια.
Οι οικογενειακοι θορυβοι που συνηθως απολαμβανεις και σε διασκεδαζουν, αυτη τη στιγμη εχουν βαλει το κεφαλι σου στην μεγγενη και στο συνθλιβουν σαν καρυδοτσουφλο. Το νοου στρες τσαι σου εχει αποκτησει κι αυτο στρες και σου ζηταει βαλεριανα.
Για να μην παρεις λοιπον τα βουνα, παιρνεις μια βαθια ανασα, παιρνεις και τα συνεργα της πρωην ηρεμης παρεας σου και το παιρνεις αποφαση οτι το χαλαρωτικο σου απογευμα αναβαλλεται λογω εκτακτης "οικογενειακης θαλπωρης".
Καλο σου βραδυ αγαπουλα.
ΣΣ. Αφιερωμενο εξαιρετικα στους δικους μου "αθορυβους".
Πρωτος σκαει ο σκυλος σου. Ξυπνησε απο τα κλαπατσιμπαλα στην κουζινα και την εχει καταβρει για παιχνιδι. Σου ερχεται λοιπον τρεχοντας με το αγαπημενο του παιχνιδι στο στομα -αυτο που κανει το εκνευριστικο ζικι-ζικι- και το φτυνει μπροστα σου για φετς. Οχι τωρα, του λες σοβαρος. Το ξαναπιανει στο στομα του και το πιεζει μπας και καταλαβεις. Οχι λεμε, μετα. Του ξαναλες. Αρχιζει και γαυγιζει επιμονα. Το πετας το ρημαδοπαιχνιδο μεχρι το τελος του δωματιου, λες και θα κανει καμια ωρα να γυρισει πισω, αλλα παλι τα ιδια.
Με το γαυγισμα, ξυπναει κι αλλο μελος της φαμιλιας. Ορεξατη απ τον υπνο η μητερα, εχει ορεξη για κουβεντα. Φτιαχνω καφε κι ερχομαι να κατσουμε μαζι, σου λεει. Μπα μωρε, προτιμω να μεινω εδω στη μουγκα, λες. Παρε και τον σκυλο, σημειωνεις. Λαμβανει το μηνυμα και συνεχιζεις το βιβλιο σου.
Χτυπαει το τηλεφωνο σου. Μαλακια. Δεν σκεφτηκες να το κλεισεις. Το σηκωνεις βιαστικα, ανακοινωνεις τη διαθεση σου και το κλεινεις.
Χτυπαει του σπιτιου. Μεγαλυτερη μαλακια. Το σηκωνει παντα καποιος αλλος και πιανει την παρλα. Εχεις ηδη αρχισει να παθαινεις την φρικαρα σου.
Ξυπναει κι ο τριτος της οικογενειας. Σε ρωταει τι κανεις. Απαντας. Η μαμα ακομα στο τηλεφωνο. Ο σκυλος ξαναχαιρεται που ειναι κι αλλος στο ποδι, λες και τον βλεπει για πρωτη φορα κι αρχιζει τα κολπα ξανα-μανά.
Το κλουβι με τις τρελες, μπροστα στην αναμπουμπουλα που ζεις, ειναι το κλουβι με τις μουγκες περδικες.
Ανοιγουν τηλεορασεις, ραδιοφωνα, ιντερνετικα ραδιοφωνα που παιζουν τον ιδιο σταθμο με το αλλο, αλλα με διαφορα φασης. Ακους τον Παριο απ΄τον ριαλ εφεμ στερεοφωνικα. (Δεν μπορω να ακουσω αλλο Παριο, αν με ακουτε απ΄ τον σταθμο, ΒΓΑΛΤΕ τον επιτελους!) Τρελα. Ολοι μιλανε και γαυγιζουν. Θες να βαλεις το κεφαλι μες στο τζακι να γινει θρακα. Το τσαι σου εχει παγωσει και η πιεση σου εχει παρει φωτια.
Οι οικογενειακοι θορυβοι που συνηθως απολαμβανεις και σε διασκεδαζουν, αυτη τη στιγμη εχουν βαλει το κεφαλι σου στην μεγγενη και στο συνθλιβουν σαν καρυδοτσουφλο. Το νοου στρες τσαι σου εχει αποκτησει κι αυτο στρες και σου ζηταει βαλεριανα.
Για να μην παρεις λοιπον τα βουνα, παιρνεις μια βαθια ανασα, παιρνεις και τα συνεργα της πρωην ηρεμης παρεας σου και το παιρνεις αποφαση οτι το χαλαρωτικο σου απογευμα αναβαλλεται λογω εκτακτης "οικογενειακης θαλπωρης".
Καλο σου βραδυ αγαπουλα.
ΣΣ. Αφιερωμενο εξαιρετικα στους δικους μου "αθορυβους".